- ἐγκαταπήγνῦμι
- ἐγ-κατα-πήγνῦμι, aor. ἐγκατέπηξα: thrust firmly in, ξίφος κουλεῷ, Od. 11.98†.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
εγκαταπήγνυμι — ἐγκαταπήγνυμι (AM) 1. μπήγω, χώνω γερά σε κάτι 2. βάζω το ξίφος στη θήκη του … Dictionary of Greek
ἐγκαταπαγῆναι — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in aor inf pass ἐγκαταπᾱγῆναι , ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in aor inf pass (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπηγνύμενον — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in pres part mp masc acc sg ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπηγνύειν — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπηγνύντες — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπῆξαι — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπέπηκται — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in perf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπήγνυνται — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπήξαντες — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in aor part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταπήξωσι — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in aor subj act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκατέπηξαν — ἐγκαταπήγνυμι thrust firmly in aor ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)